Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών polycystic ovary syndrome (PCOS), είναι μία σύνθετη ενδοκρινική διαταραχή που προκαλεί ακανόνιστους κύκλους λόγω της διαταραχής της ωοθυλακιορρηξίας και αύξηση των ανδρογόνων δηλαδή των ανδρικών ορμονών. Πρόκειται για μία συχνή διαταραχή που αφορά περίπου το 5 % των γυναικών. Τα αυξημένα ανδρογόνα μπορεί να προκαλέσουν υπερτρίχωση, ακμή και συχνά οι γυναίκες με PCOS είναι υπέρβαρες. Ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη στο μέλλον αλλά και υπνικής άπνοιας είναι αυξημένος. Το PCOS σχετίζεται με μειωμένη γονιμότητα. Αν και δεν υπάρχει μία μόνιμη αιτιολογική θεραπεία το PCOS είναι μία νόσος που μπορεί να ελεγχθεί, στις περισσότερες περιπτώσεις με άριστα αποτελέσματα.
Η αιτιολογία του συνδρόμου δεν είναι απόλυτα γνωστή, αλλά φαίνεται η υπερέκκριση ανδρογόνων να διαταράσσει τη λειτουργία των ωοθηκών. Κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του εμμήνου κύκλου μία ορμόνη της υπόφυσης, η θυλακιοτρόπος (FSH) διεγείρει την ωοθήκη να αναπτύξει ένα ωοθυλάκιο, το οποίο περιέχει το ωάριο. Το ωοθυλάκιο παράγει με τη σειρά του αυξανόμενα επίπεδα οιστρογόνων που συμβάλλουν στην αύξησή του βλεννογόνου της μήτρας, του ενδομητρίου και διεγείρουν την υπόφυση να απελευθερώσει μία άλλη ορμόνη την ωχρινοτρόπο (LH). Η αύξηση αυτής της ορμόνης προκαλεί την ωοθυλακιορρηξία, την απελευθέρωση δηλαδή του ωαρίου από την ωοθήκη. Εάν συμβεί η γονιμοποίηση, η ωοθήκη παράγει οιστρογόνα και προγεστερόνη που προετοιμάζουν το έμβρυο και το ενδομήτριο για την εμφύτευση και την εγκυμοσύνη. Η παρουσία λοιπόν του ωοθυλακίου στην επιφάνεια της ωοθήκης είναι φυσιολογική. Σε γυναίκες με PCOS πολλαπλά μικρά θυλάκια 4 έως 9 χιλιοστά σε διάμετρο εμφανίζονται στην επιφάνεια της ωοθήκης. Κανένα όμως από αυτά τα μικρά θυλάκια (=κύστεις) δεν έχει το δυναμικό να φτάσει σε ένα μέγεθος που να διεγείρει την ωοθυλακιορρηξία και τα επίπεδα της ωχρινοτρόπου ορμόνης είναι ανώτερα του φυσιολογικού. Τα ανδρογόνα που παράγονται από τις ωοθήκες και τα επινεφρίδια είναι σε γυναίκες με PCOS αυξημένα εξαιτίας των υψηλών επιπέδων της ωχρινοτρόπου αλλά και εξαιτίας της αυξημένης ινσουλίνης, η οποία συνήθως παρατηρείται στο σύνδρομο. Αντίσταση στην ινσουλίνη, δηλαδή ανάγκη υψηλότερης ποσότητας για τη διατήρηση φυσιολογικών επιπέδων γλυκόζης στο αίμα και υπερινσουλιναιμία, επίσης παρατηρείται σε γυναίκες με PCOS. Ειδικά οι υπέρβαρες γυναίκες με σύνδρομο θα αναπτύξουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό, περίπου 35%, παθολογική ανοχή γλυκόζης μία κατάσταση που χαρακτηρίζεται σαν «προδιαβητική» μέχρι την ηλικία των 40 ετών και περίπου 10% θα αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2.
Συμπτώματα
Διαταραχές εμμήνου ρύσεως και ολιγομηνόρροια: Όταν δεν συμβεί η ωοθυλακιορρηξία, το ενδομήτριο δεν αποπίπτει, αλλά γίνεται όλο και παχύτερο και μπορεί να αποπέσει ανώμαλα, γεγονός το οποίο μπορεί να προκαλέσει ακανόνιστη αυξημένη κολπική αιμόρροια. Συχνά οι γυναίκες με PCOS έχουν λιγότερους από 6 έως 8 περιόδους το χρόνο. Μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι η διαταραχή αυτή αυξάνει με την αύξηση του σωματικού βάρους.
Υπερτρίχωση και διαταραχές του τριχωτού της κεφαλής: Σε πολλές γυναίκες παρατηρείται τριχοφυΐα ανδρικού τύπου με ανάπτυξη τριχών στο άνω χείλος το πηγούνι το λαιμό το στήθος την κοιλιά τα χέρια και τους μηρούς. Το Λιπαρό δέρμα που προκαλεί απόφραξη των θυλακίων των τριχών συχνά προκαλεί ακμή.
Υπογονιμότητα που σχετίζεται και με τους ανωοθυλακιορρηκτικούς κύκλους.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου συνήθως ξεκινούν κατά την εφηβεία.
Διάγνωση
Η διάγνωση δε βασίζεται σε ένα και μόνο τεστ αλλά σε ένα συνδυασμό παραγόντων με βάση την εκπλήρωση συγκεκριμένων κριτηρίων (κριτήρια Rotterdam). Αδρα μία γυναίκα πρέπει να έχει δύο από τα ακόλουθα τρία για να πληροί τα κριτήρια για PCOS:
- Διαταραχές του εμμήνου κύκλου που προκαλούνται από ανωοθυλακιορρηξία
- Ενδείξεις αυξημένων επιπέδων ανδρογόνων είτε βάσει κλινικών σημείαων, όπως υπερτρίχωση, είτε βάσει εργαστηριακών τεστ
- Εικόνα πολυκυστικών ωοθηκών στο ενδοκολπικό υπερηχογράφημα
Θεραπεία
Η πιο συχνά συνταγογραφούμενη θεραπεία για το PCOS είναι τα αντισυλληπτικά δισκία με οιστρογόνο και προγεστερόνη, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη ρύθμιση του εμμήνου κύκλου. Μάλιστα, ανάλογα με τη σύνθεση, τα αντισυλληπτικά έχουν ευνοϊκό αποτέλεσμα όσον αφορά την ακμή και την υπερτρίχωση. Ανεξάρτητα από την πιθανή υπογονιμότητα, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι μία κύηση μπορεί κάθε στιγμή να συμβεί και σε γυναίκες με PCOS και για αυτό το λόγο τα αντισυλληπτικά δισκία έχουν το επιπρόσθετο πλεονέκτημα της αποφυγής μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Το όφελος διαρκεί μόνο για το διάστημα στο οποίο λαμβάνεται η θεραπεία. Υπάρχει δυνατότητα ρύθμισης του κύκλου και αποκλειστικά με σκευάσματα προγεστερόνης, η λύση αυτή όμως γενικά στερείται τα θετικά κοσμητικά αποτελέσματα.
Σε γυναίκες με ιδιαίτερα έντονο πρόβλημα υπερτρίχωσης εφαρμόζεται μία αρχική θεραπεία με αντισυλληπτικά δισκία για περίπου έξι μήνες, σε περίπτωση δε επιμονής των συμπτωμάτων, προστίθεται ένα αντιυπερτασικό με αντιανδρογόνο δράση, η σπιρονολακτόνη.
Η απώλεια βάρους είναι αποτελεσματική θεραπεία για την αντιμετώπιση των ανωμαλιών της ινσουλίνης, τους ακανόνιστους κύκλους και άλλα συμπτώματα του συνδρόμου. Πολλές υπέρβαρες γυναίκες με PCOS που χάνουν 5 – 10% του σωματικού τους βάρους παρατηρούν κανονικούς έμμηνους κύκλους. Η απώλεια αυτή επιτυγχάνεται με πρόγραμμα δίαιτας και γυμναστικής, σε δυσκολότερες περιπτώσεις με ειδικά προγράμματα που μπορεί να περιέχουν και φαρμακευτική παρέμβαση.
Γονιμότητα
Η μετφορμίνη είναι ένα γνωστό αντιδιαβητικό φάρμακο που αυξάνει τη δράση της ινσουλίνης στο σώμα μας και για αυτό το λόγο χρησιμοποιείται παραδοσιακά στο διαβήτη τύπου 2. Σε γυναίκες με PCOS μπορεί να συμβάλλει κάπως στη μείωση του σωματικού βάρους και στη βελτίωση της γονιμότητας. Υπάρχουν όμως άλλες θεραπείες που βοηθούν ακόμα περισσότερο τη γονιμότητα διαμέσου της πρόκλησης ωοθυλακιορρηξίας, όπως η λετροζόλη και η κλομιφαίνη.
Επίσης, όσον αφορά τη γονιμότητα, φαίνεται ότι ακόμα και μικρή απώλεια βάρους βοηθά σημαντικά, ενώ πλέον είναι αποδεδειγμένη και η συνεργατική της δράσης μαζί με τις άλλες θεραπείες. Σε γυναίκες που δεν θα εμφανίζουν ωοθυλακιορρηξία με τις παραπάνω θεραπείες μπορεί να χρειαστεί θεραπεία γοναδοτροπινών (ενέσεις FSH). Με το συνδυασμό των παραπάνω θεραπειών η πλειονότητα των γυναικών περίπου το 60% θα καταφέρει να αποφύγει την αναγκαιότητα εξωσωματικής γονιμοποίησης.